(what use is the) Love in thoughts
Βασισμένο στην αληθινή ιστορία του συγγραφέα Paul Krantz (ο οποίος έγραφε με το ψευδώνυμο Ernst E. Noth), ο οποίος δικάστηκε και αθωώθηκε για τα γεγονότα που παρουσιάζει η ταινία. Παρά την αθώωση του, εξορίστηκε από τη ναζιστική Γερμανία και παρέμεινε -συναισθηματικά- δέσμιος του έρωτά του για τη Χίλντε για την υπόλοιπη ζωή του.
Ο Γκούντερ, ερωτευμένος με το θάνατο, κι απόλυτος όπως όλοι οι έβηβοι λέει "Ίσως είναι αλήθεια ότι για τους ανθρώπους η πραγματική ευτυχία έρχεται μόνο μια φορά στη ζωή. Μόνο μια. Και μετά τιμωρούνται γι' αυτό. Για το υπόλοιπο της ζωής τους. Η τιμωρία είναι ότι ποτέ δε θα ξεχάσουν εκείνη τη μοναδική στιγμή."
Το γεγονός του θανάτου του είναι γνωστό από το πρώτο λεπτό της ταινίας χωρίς να προδίδει την πλοκή. Ο τρόπος που περιγράφει τη ζωή και χαιδεύει το όπλο του δεν αφήνει κανένα άλλο ενδεχόμενο ανοικτό.
Η Χίλντε θέλει να ζήσει χωρίς κριτήρια, δεσμεύσεις κι υποχρεώσεις και ψέγει τον Πολ για τις ποιητικές του ιδέες. "Τι αξία έχει να αγαπάς μόνο με τη σκεψη; Όταν έρθει η στιγμή δε θα ξέρεις."
Ο Πολ, που περιμένει κάποιος για ένα ολόκληρο δίωρο ότι θα συνέλθει, θα δει πιο καθαρά, θα αναθεωρήσει, είναι αυτός που αφηγείται τα γεγονότα. Μόνο για να αποδεικτεί ότι όντως δεν ήξερε. Ο ίδιος που δήλωνε ότι "η αγάπη τον οδήγησε στο ακραίο σημείο" θα πει αργότερα "τι σημασία έχει πια;"
".
Φαίνεται όμως πως ακριβώς αυτή η βραδύτητα της μελαγχολίας, η συνεχής αναζήτηση, που μάλλον φρενάρει παρά επιταχύνει τους ρυθμούς της ζωής, είναι που την κάνει στην εποχή μας να θεωρείται ιδιότητα όχι εύρωστου και φυσιολογικού ανθρώπου, αλλά περισσότερο περιθωριακού και δύσκολου. Aπό τότε που οι άνθρωποι μπήκαν σε ρυθμούς παραγωγής και οτιδήποτε αναστέλλει την παραγωγική δραστηριότητα αντιμετωπίζεται με καχυποψία, οι μελαγχολικοί δεν είναι πια πρότυπο για κανέναν. H πρόοδος χρωμάτισε σιγά-σιγά τη μελαγχολία με σκούρα χρώματα. H αδιάκοπη πορεία προς τα εμπρός δυσκολεύεται από τους μελαγχολικούς, που θέλουν να σταματούν, να κοιτούν γύρω τους, προς τα μέσα και προς τα πίσω."
Φαίνεται όμως πως ακριβώς αυτή η βραδύτητα της μελαγχολίας, η συνεχής αναζήτηση, που μάλλον φρενάρει παρά επιταχύνει τους ρυθμούς της ζωής, είναι που την κάνει στην εποχή μας να θεωρείται ιδιότητα όχι εύρωστου και φυσιολογικού ανθρώπου, αλλά περισσότερο περιθωριακού και δύσκολου. Aπό τότε που οι άνθρωποι μπήκαν σε ρυθμούς παραγωγής και οτιδήποτε αναστέλλει την παραγωγική δραστηριότητα αντιμετωπίζεται με καχυποψία, οι μελαγχολικοί δεν είναι πια πρότυπο για κανέναν. H πρόοδος χρωμάτισε σιγά-σιγά τη μελαγχολία με σκούρα χρώματα. H αδιάκοπη πορεία προς τα εμπρός δυσκολεύεται από τους μελαγχολικούς, που θέλουν να σταματούν, να κοιτούν γύρω τους, προς τα μέσα και προς τα πίσω."
"Tο γεγονός και μόνον ότι το παιδί προτιμάει να κάθεται σε μια γωνιά στο σκάμμα και να σκαλίζει ξανά και ξανά νωχελικά την άμμο, αντί να κυνηγάει ξεφωνίζοντας τα άλλα παιδιά και να τους πετάει άμμο, ότι απλώς παρατηρεί χωρίς να κάνει τίποτε, μοιάζει ύποπτο και μη κανονικό. Ένα ήσυχο, στοχαστικό παιδί φοβίζει πολλές φορές περισσότερο τους γύρω του από ένα νευρικό."
"
Kαι όμως, αυτά τα δύο δεν πρέπει να συγχέονται. H μελαγχολία με κανέναν τρόπο δεν είναι ψυχική ασθένεια ή διαταραχή, αλλά μία ιδιότητα ορισμένων ανθρώπων που τους χαρακτηρίζει πάντα ή σε κάποιες φάσεις της ζωής τους. Οι άνθρωποι αυτοί όμως διατηρούν μια εσωτερική ισορροπία, ώστε να μη «συντρίβονται» από τα συναισθήματά τους. Tη μελαγχολία χαρακτηρίζει ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα συναισθημάτων, από βαθιά χαρά ως βαθιά θλίψη, ευαισθησία, συμπόνια και συμπάθεια για τους άλλους, αγάπη και σεβασμός προς τη φύση, δημιουργικότητα. Aντίθετα, η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από συναισθηματική «νέκρωση», έλλειψη κάθε ενδιαφέροντος και κάθε ευαισθησίας. O καταθλιπτικός άνθρωπος δεν νιώθει μόνο θλίψη ή μελαγχολία, αλλά βασανίζεται από την αίσθηση ότι δεν υπάρχει ελπίδα, αισθάνεται παγιδευμένος, δεν μπορεί να βρει νόημα σε τίποτα. H μελαγχολία όχι μόνο δεν χρειάζεται θεραπεία, όπως η κατάθλιψη, αλλά μπορεί να είναι και θεραπευτική αν αναγνωριστεί και αντιμετωπιστεί ως μία θετική ανθρώπινη ιδιότητα. Πολλά από αυτά που έχουν αξία και κάνουν τη ζωή ανεκτίμητη -η ποίηση, η φιλοσοφία, οι τέχνες, η συναίσθηση της ομορφιάς- τα οφείλουμε κατά μεγάλο μέρος στους μελαγχολικούς."
City of Life and Death
"Inexplicably turned down by Cannes"